Νοβοροσίσκ

Νοβοροσίσκ
(Novorossijsk). Πόλη (186.000 κάτ. το 2000) της Ρωσίας, στην περιοχή του Κρασνοντάρσκ. Είναι αξιόλογος σιδηροδρομικός κόμβος και ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια της χώρας. Έχει βιομηχανικές επιχειρήσεις παραγωγής τσιμέντου, πλακών σχιστόλιθου, εξαρτημάτων γεωργικών μηχανών, ναυπηγεία και ελαφρά βιομηχανία, κυρίως προϊόντων αλιείας. Στη διάρκεια του B’ Παγκοσμίου πολέμου, το Ν. κυριεύτηκε από τους Γερμανούς, στη κυριαρχία των οποίων παρέμεινε έναν χρόνο, οπότε, με επιτυχή απόβαση σοβιετικών δυνάμεων, απελευθερώθηκε.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Πάγρες — Oνομασία αρχαίων πόλεων. 1. Αρχαία πόλη της Συρίας, στα σύνορα με την Κιλικία. Μερικοί αρχαίοι συγγραφείς την τοποθετούν στην περιοχή της οροσειράς του Αμανού, τη σημερινή Άλμα νταγ. Οι Λατίνοι την αναφέρουν με την ονομασία Pangrios ή Pagaris.… …   Dictionary of Greek

  • πετρελαιαγωγός — Σωλήνωση για τη μεταφορά αργού π. και των παραγώγων του από τους τόπους εξόρυξης και παραγωγής ή από τα λιμάνια άφιξης, στα διυλιστήρια ή στα λιμάνια φόρτωσης. Με πρωτοβουλία του Ροκφέλερ και της Standard Oil, οι πρώτοι πετρελαιαγωγοί… …   Dictionary of Greek

  • Βόλγκογκραντ — (Volgograd). Πόλη (993.500 κάτ. το 2000) της νοτιοδυτικής Ρωσίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης περιφέρειας (113.900 τ. χλμ., 2.678.600 κάτ. το 2000). Είναι χτισμένη στη δεξιά όχθη του κάτω ρου του ποταμού Βόλγα, στη συμβολή διαφόρων οδικών αρτηριών… …   Dictionary of Greek

  • Γκούρβιτς, Γκέοργκι Νταβίντοβιτς — (Georgy Davidovich Gurvich,Νοβοροσίσκ, Κρασνοντάρ 1894 – Παρίσι 1965).Ρώσος κοινωνιολόγος και νομικός. Έζησε στη Γαλλία και δίδαξε στη Σορβόνη, στο Παρίσι. Ξεκινώντας από θέσεις που θεωρούσαν την άμεση εποπτεία ως μόνη πηγή γνώσης, προχώρησε σε… …   Dictionary of Greek

  • Εύξεινος Πόντος ή Μαύρη θάλασσα — Εσωτερική θάλασσα (460.000 τ. χλμ.) που περικλείεται από την Τουρκία, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Ουκρανία, τη Ρωσία και τη Γεωργία. Συγκοινωνεί με τη Μεσόγειο θάλασσα με το στενό του Βοσπόρου, την Προποντίδα και τα στενά των Δαρδανελίων. Οι… …   Dictionary of Greek

  • Καζακστάν — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Καζακστάν Παλαιότερη ονομασία: Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Καζακστάν (1925 91) Έκταση: 2.717.300 τ. χλμ. Πληθυσμός: 16.741.519 (2002) Πρωτεύουσα: Αστάνα (319.300 κάτ. το 1999)Κράτος της κεντρικής Ασίας.… …   Dictionary of Greek

  • Κοβαλέφσκι, Αλεξάντρ Ονουφρίεβιτς — (Aleksandr Onufriyevich Kovalevsky, Σουστιάνκα 1840 – Αγία Πετρούπολη 1901). Ρώσος βιολόγος. Υπήρξε ένας από τους θεμελιωτές της εξελικτικής εμβρυολογίας και φυσιολογίας, καθώς επίσης και μέλος της Ακαδημίας Επιστημών της Αγίας Πετρούπολης (1890) …   Dictionary of Greek

  • Κρασνοντάρ — (Krasnodar). Πόλη (644.900 κάτ. το 2003) της Ρωσίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (76.000 τ. χλμ., 4.987.600 κάτ. το 2002). Χτισμένη στη δεξιά όχθη του ποταμού Κουμπάν, 250 χλμ. ΝΔ του Poστόφ, είναι σημαντικό ποτάμιο λιμάνι και σιδηροδρομικός …   Dictionary of Greek

  • Μέτσνικοφ, Ιλία Ίλιτς — (Ilya Ilich Mechnikov, Χάρκοβο Ουκρανίας 1845 – 1916). Ρώσος βιολόγος και παθολόγος, ένας από τους ιδρυτές της εξελικτικής εμβρυολογίας. Ο Μ. αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο του Χάρκοβο το 1864. Ειδικεύτηκε στη βιολογία σε πανεπιστήμιο της… …   Dictionary of Greek

  • Παγκόσμιοι πόλεμοι — Οι δύο πόλεμοι, ο A» Παγκόσμιος πόλεμος (1914 18) και ο B» Παγκόσμιος πόλεμος (1939 45), στους οποίους συμμετείχαν οι κυριότερες δυνάμεις του κόσμου. Α’ Παγκοσμιος πόλεμος. Ποτέ, στην υπερχιλιετή ιστορία της, η Ευρώπη δεν έφτασε σε τόσο υψηλό… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”